2024 intax news ΑΑΔΕ Αλιεία εισόδημα ΝΕΑ

Με αφορμή ερωτήματα Τελωνειακών Αρχών σχετικά με τον προσδιορισμό του εισοδήματος που προέρχεται από την αλιεία για την θεώρηση των Βιβλίων Ατελείας Αλιευτικών Σκαφών, κατόπιν των τροποποιήσεων που έχουν επέλθει στον τρόπο συμπλήρωσης του εντύπου Ε3 για τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2023 και στην απεικόνιση των οικονομικών στοιχείων στο εν λόγω έντυπο, με την εγκύκλιο Ε.2069/2024 της ΑΑΔΕ διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

1. Με την αρ. Α.1293/23-12-2020 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ καθορίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις θεώρησης του Βιβλίου Ατελείας των αλιευτικών σκαφών του άρθρου 7 της αρ. Τ1940/41/14.4.2003 Α.Υ.Ο.Ο. Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση Διοικητή, βασική προϋπόθεση για τη θεώρηση των Βιβλίων Ατελείας των αλιευτικών σκαφών είναι τα εισοδήματα από την αλιεία που δηλώνονται από τον ενδιαφερόμενο αλιέα να αντιστοιχούν στο 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός του.

2. Με την αρ. Ε.2200/2021 Εγκύκλιο Διοικητή ΑΑΔΕ έχουν παρασχεθεί διευκρινίσεις σχετικά με τον προσδιορισμό του εισοδήματος από την αλιεία και του συνολικού ετήσιου εισοδήματος φυσικών προσώπων αλιέων για τις ανάγκες θεώρησης του Βιβλίου Ατελείας από τις Αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές.

3. Με την Ε.2023/2020 εγκύκλιο σχετικά με τη «Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από αλιεύματα αλιευτικών πλοίων ανεξαρτήτως κόρων ολικής χωρητικότητας», μεταξύ άλλων, διευκρινίστηκε για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος ότι το εισόδημα από τα αλιεύματα αλιευτικών πλοίων, ανεξαρτήτως κόρων ολικής χωρητικότητας, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2014 έως και 31.12.2019 φορολογείται με την ειδική φορολογία του ν. 27/1975 (όπως φορολογήθηκε με τον ίδιο νόμο έως 31.12.2013, με βάση την αριθ. 47/2015 γνωμοδότηση του 47/2015).

4. Περαιτέρω, με την ίδια εγκύκλιο, διευκρινίστηκε ότι το εισόδημα που προέρχεται από την παραγωγή αλιευτικών προϊόντων και όχι από την αλίευση αυτών μέσω της χρήσης αλιευτικών πλοίων, είναι εισόδημα αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας και φορολογείται με το άρθρο 21 του ν. 4172/2013. Ως παραγωγή αλιευτικών προϊόντων, νοείται αυτή που αφορά, μεταξύ άλλων, επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιεργειών, οστρεοκαλλιεργειών και λοιπών μαλακίων μέσω υδατοκαλλιεργειών (αγορά γόνων και εκτροφή αυτών). Σημειώνεται δε ότι τα εισοδήματα από την παραγωγή αυτών των αλιευτικών προϊόντων δηλώνονται στα έντυπα Ε3 και Ε1 όπως και τα λοιπά εισοδήματα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα.

5. Με τις διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 4646/2019 από 1.1.2020 και μετά, μεταξύ άλλων, επιβάλλεται στους πλοιοκτήτες αλιευτικών πλοίων τέλος υπέρ του Δημοσίου με βάση το μήκος αυτών.

6. Βάσει των ανωτέρω, το εισόδημα που αποκτούν οι αλιείς-πλοιοκτήτες ως υπαγόμενο στις ειδικές διατάξεις του άρθρου 57 του ν. 4646/2019, δεν θεωρείται εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα. Για τα εισοδήματα αυτά είναι υποχρεωτική η υποβολή και συμπλήρωση του εντύπου Ε3. Ειδικότερα, έσοδα και δαπάνες καταχωρούνται επί του πίνακα Ζ’ και στη συνέχεια, μέσω του πίνακα Δ’ προσδιορίζεται το αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα αυτό, μέσω του πίνακα ΣΤ’ και συγκεκριμένα μέσω του κωδικού 444 (στήλη «Παροχή Υπηρεσιών») επιλογή 25 (Aφορολόγητα έσοδα των ατομικών πλοιοκτητριών αλιευτικών επιχειρήσεων), αναμορφώνεται και μηδενίζεται, καθώς δεν φορολογείται με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος. Ο αλιέας-πλοιοκτήτης μεταφέρει το κέρδος του στην αντίστοιχη επιλογή «Κέρδη από ατομικές πλοιοκτήτριες επιχειρήσεις αλιευτικών πλοίων που φορολογούνται με το άρθρο 57 του ν. 4646/2019» των κωδικών 659-660 του πίνακα 6 του εντύπου Ε1 (σχετ. Ε.2028/2024 εγκύκλιος).

7. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την Α.1293/23-12-2020 απόφαση και την Ε.2200/2021 εγκύκλιο, η προϋπόθεση που ελέγχεται από τις τελωνειακές αρχές για την θεώρηση του βιβλίου ατελείας των αλιέων είναι τα εισοδήματα από την αλιεία να αντιστοιχούν στο 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός τους χωρίς να είναι απαραίτητο το εισόδημα αυτό να αποτελεί εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, κατά τον εν λόγω έλεγχο θα πρέπει να εξετάζεται ότι:
α) η αλιεία δηλώνεται ως ΚΑΔ κύριας δραστηριότητας και ΚΑΔ που αντιστοιχεί στα μεγαλύτερα ακαθάριστα έσοδα και
β) τα ακαθάριστα έσοδα από την αλιεία που δηλώνονται στα έντυπα Ε1 και Ε3, όπως αυτά απεικονίζονται είτε στους προαναφερόμενους κωδικούς του πίνακα ΣΤ’ του εντύπου Ε3 στη στήλη
«παροχή υπηρεσιών» για τους αλιείς-πλοιοκτήτες των προηγούμενων παρ. 3 και 6, είτε στη στήλη «αγροτική-βιολογική δραστηριότητα» για τους παραγωγούς αλιευτικών προϊόντων της προηγούμενης παρ. 4, αντιστοιχούν στο 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματός τους.

 

 

 

 

 

 

Πηγή: Taxheaven